Σήμερα πάλι συζητήσαμε για αυτό το μέρος που λατρεύω να μισώ. Και πάλι ξεπήδησε αυτή η ανάμνηση που τόσο επίμονα εμφανίζεται σε άσχετες στιγμές χωρίς να με ρωτήσει. Θυμάμαι στη μέση του δρόμου υπήρχε ένας κόμβος. Εκεί τα Χριστούγεννα έβαζαν και ένα στολισμένο δέντρο, ακριβώς στο κέντρο. Το είχα προλάβει και εγώ, λίγο πριν φύγω. Δεν θυμάμαι πως φτάσαμε εκεί, ούτε που πήγαμε μετά. Θυμάμαι μόνο τον κόμβο. Κάποιες φορές σκέφτομαι ότι ίσως είναι λίγο άχρηστη αυτή η ανάμνηση, αλλά μετά συνειρμικά ξεπηδούν πιο ενδιαφέρουσες εικόνες, οπότε έχω αρχίσει να την εκτιμώ. Θυμάμαι εκείνη τη «γνωστή» βόλτα πάνω στο ποδήλατο, που εύχομαι να μην ξεχάσω ποτέ. Πρώτα θα περνούσαμε κάτω από τη γέφυρα, παράλληλα στις γραμμές του τρένου. Έπειτα θα φρενάραμε απότομα γιατί η κατηφόρα ήταν μεγάλη. Λίγο πιο μετά θα περνούσαμε από μια έκταση με μικρά σπιτάκια με καλλιέργειες και εγώ θα ρωτούσα «τελικά τι είναι αυτά τα σπιτάκια» -νομίζω κάποια στιγμή έψαξα και βρήκα τι είναι αυτά τα σπιτάκια, αλλά το ξέχασα και τώρα πάλι αναρωτιέμαι-. Πως γίνεται να ζω ξανά και ξανά αυτή τη βόλτα; Να αισθάνομαι τον αέρα και την υγρασία στο πρόσωπό μου. Πως γίνεται αυτό το μέρος που με πλήγωσε τόσο πολύ, να είναι ταυτόχρονα και το πιο απρόσμενα αγαπημένο μου; Μάλλον επειδή κανείς δεν θα το γνωρίσει, έτσι όπως το γνωρίσαμε και το ζήσαμε εμείς. Κανείς δεν θα το κλέψει, κανείς δεν θα μάθει για αυτό, γιατί είναι μυστικό. Μάλλον ειπώθηκαν πολλά για κάτι που είναι μυστικό. Ίσως καλύτερα να σταματήσω. Τα υπόλοιπα θα ζήσουν ευτυχισμένα μέσα στην άβυσσο του μυαλού μου, μέχρι να βρουν τρόπους να ξεγλιστρήσουν στους κατάλληλους αποδέκτες. Ούτως ή άλλως ποτέ δεν μου άρεσε να μιλάω για τον εαυτό μου πολύ.
top of page
bottom of page
Comments